-
1 атомный
επ.ατομικός!•атомный вес το ατομικό βάρος•
-ое ядро ο πυρήνας του ατόμου•
-ая бомба ατομική βόμβα•
-ая энергия ατομική ενέργεια•
-ая электростанция ατομικός ηλεκτροσταθμός•
атомный ледокол ατομικό παγοθραυστικό•
-ое оружие ατομικό όπλο•
атомный реактор ατομικός αντιδραστήρας.
-
2 кристалл
ο κρύσταλλοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > кристалл